Στην αρχή της καριέρας μου ως ψυχοθεραπευτής, κάθε φορά που συνέβαινε να νιώθω έντονα αρνητικά συναισθήματα (π.χ. οργή, εχθρότητα, απέχθεια, απαξίωση, κλπ.) για έναν θεραπευόμενο μου, έτεινα να σκεφθώ πως είμαι κακός κι ανάξιος ψυχοθεραπευτής.

Εξάλλου, σύμφωνα με τον Freud, οι ισχυρές συναισθηματικές αντιδράσεις ενός ψυχοθεραπευτή προς τους ασθενείς του συνιστούσαν ένδειξη της ατελούς του αυτογνωσίας και της ανικανότητας του να διατηρήσει μια συναισθηματικά ατάραχη, ιατρική στάση απέναντι στο άλλο άτομο.

Επηρεασμένος κι εγώ από αυτήν την κλασική αντίληψη, ένιωθα ένοχος για την αναξιότητά μου να λειτουργώ ως «αντικειμενικός» επαγγελματίας βοηθός.

Ακόμα και να συμμετέχω ψυχικά με τον ενδεδειγμένο τρόπο στο – ανά περίπτωση – πρόβλημα του υποψηφίου προς ψυχοθεραπεία.

Ένιωθα ένοχος κυρίως επειδή – όπως τότε πίστευα – είμαι ανεπαρκής να συμπάσχω ενσυναισθητικά με τον άνθρωπο που – όποιον χαρακτήρα κι αν έχει – χτύπησε την πόρτα μου ζητώντας βοήθεια, και γι’ αυτό δικαιούται να λάβει, εκτός από την βοήθεια, και την συμπάθειά μου.

Διαβάστε επίσης: Πόσο εύκολο είναι να ακούς και να ακουστείς;

Σε αντίθεση με την παραπάνω ορθολογική κι επιστημονικά αναχρονιστική αντίληψη του Freud, οι ψυχαναλυτές που εργάζονταν με ασθενείς ψυχωτικούς, μεταιχμιακούς, με ανθρώπους που έπασχαν από μετατραυματική διαταραχή ή διαταραχή προσωπικότητας, ανακάλυψαν ότι ένας από τους σημαντικότερους τρόπους κατανόησης των αποδιοργανωμένων, απελπισμένων και βασανισμένων ατόμων, ήταν οι προσωπικές έντονες αντιμεταβιβαστικές αντιδράσεις των θεραπευτών τους.

Συγκεκριμένα, ο Heinrich Racker (1968), ένας ψυχαναλυτής από την Νότιο Αμερική, επηρεασμένος από την θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων, πρότεινε δυο κατηγορίες αντιμεταβίβασης, την αρμονική και την συμπληρωματική αντιμεταβίβαση. Ο πρώτος όρος αναφέρεται στο συναίσθημα του θεραπευτή που ενσυναισθητικά μοιράζεται τον τρόπο με το οποίον είχε νιώσει ο ασθενής όταν ήταν παιδί σε σχέση με κάποιον σημαντικό άνθρωπο της ζωής του. Και ο δεύτερος, υποδηλώνει το συναίσθημα του ψυχοθεραπευτή που καθρεφτίζει (όχι ενσυναισθητικά προς τον θεραπευόμενο) το πώς είχε αισθανθεί ο σημαντικός άλλος στην πρώιμη παιδική ηλικία του θεραπευόμενου για τον ίδιο.

η-μεταμόρφωση-της-αντιμεταβίβασης-στην-ψυχοθεραπεία-από-εμπόδιο-σε-πλεονέκτημα

Ως επαγγελματίας θεραπευτής, εμπειρικά μόνο μετά από πολλά χρόνια κλινικής πρακτικής με δύσκολους ανθρώπους άρχισα να αναθεωρώ την «ετυμηγορία» μου για την ποιότητα μου ως επαγγελματία βοηθού.

Συγκεκριμένα, συνειδητοποίησα σταδιακά -και αναλογικά με τις παραπάνω θεωρητικές επισημάνσεις- ότι ο ψυχοθεραπευτής που κατά την διάρκεια μιας συνεδρίας βιώνει έντονα αρνητικά συναισθήματα με αφορμή την σχέση του με τον θεραπευόμενο, αν και σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται να τα νιώθει για τον θεραπευόμενο, στην πραγματικότητα μπορεί ασυνείδητα να μοιράζεται την οργή, τον θυμό, την εχθρότητα, την απογοήτευση, τον φόβο, την επιθετικότητα, και όσα άλλα ο ίδιος ο θεραπευόμενος αισθάνεται σήμερα, και ένιωθε τότε –κατά την πρώιμη παιδική του ηλικία- για τον εαυτό του.

Επίσης, ο θεραπευτής ως ενσυναισθητικός καθρέφτης των ασυνείδητων, εξωλεκτικών διεργασιών που διαμείβονται στο εδώ και τώρα της συνεδρίας είναι πολύ πιθανόν να αντανακλά όλα εκείνα τα αρνητικά και φοβιστικά συναισθήματα που η μητέρα, ο πατέρας -ή κάποιο άλλο πρόσωπο που βιώθηκε ως σημαντικό στο παρελθόν από τον θεραπευόμενο- εκδραμάτισε στην μεταξύ τους σχέση. Συναισθήματα που παραμένουν απωθημένα, εκτός μνήμης, αλλά καταγεγραμμένα με ανεξίτηλο τρόπο στο είναι του θεραπευόμενου, επειδή εγκαταστάθηκαν και αφομοιώθηκαν κατά την πρώιμη βρεφική περίοδο. Περίοδο (από 0 ως 2 ετών) κατά την οποία το μεγαλύτερο μέρος της επικοινωνίας ανάμεσα στο βρέφος και τους γύρω του ήταν μη λεκτικό. Την βαρύτητα που έχει η μη λεκτική επικοινωνία μπορεί να την διαπιστώσει όποιος έχει αναθρέψει ένα μωρό, έχει κλάψει ακούγοντας μια μελωδία, ή αναστατώθηκε με ανείπωτες αισθήσεις κι αναμνήσεις «απ’ τα πουθενά» μυρίζοντας ένα «οικείο» άρωμα ή την σωματική έκκριση ενός αγνώστου.

Διαβάστε ακόμη: Ψυχοθεραπεία: Το δάκτυλο που δείχνει τον Ήλιο

Αν ο ψυχοθεραπευτής καταφέρει να αποστασιοποιηθεί από τα αντιμεταβιβαστικά του συναισθήματα της δικής του ενοχής και του πανικού, από τις δικές του προβολές προς τον θεραπευόμενο, τότε σταδιακά ίσως απεγκλωβιστεί από παρερμηνείες κι αρχίσει να κατανοεί πως, όχι μόνο δεν είναι «κακός» θεραπευτής, αλλά αντίθετα πως, όντας αρκετά ενσυναισθητικός ακροατής των ασυνείδητων προσωπείων του θεραπευόμενου και του πρώιμου περιβάλλοντος του, είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει ιαματικά αυτήν του την ικανότητα για το όφελος του τελευταίου. Να αξιοποιήσει δηλαδή την ικανότητα του για ψυχική εγγύτητα προς τον Άλλον αναγνωρίζοντας τα συμφραζόμενα της, και βάζοντας με τον κατάλληλο τρόπο σε λόγια όλα αυτά τα συναισθήματά που βιώνει και σίγουρα δεν είναι αμιγώς δικά του, μέσα στην θεραπευτική σχέση.

Ώστε, διαφωτίζοντας τον θεραπευόμενο για τα δικά του απωθημένα, κι ανεπίγνωστα συναισθήματα να τον βοηθήσει να τα αναγνωρίσει, να εμπιστευτεί την αρχόμενη θεραπευτική σχέση, και να αναλάβει την ευθύνη του απέναντι τους.

Στείλτε Αίτημα για Online Ψυχοθεραπεία

    Τα πεδία που είναι μαρκαρισμένα με * είναι υποχρεωτικά


    Παρακαλούμε ελέγχετε τον φάκελο Spam (Ανεπιθύμητα) του email σας, γιατί πολλές φορές μηνύματα καταχωρούνται εκεί.